Ο Δημιουργός ως πρότυπο του καλλιτέχνη
Του ‘Εραστου Φίλου, MSc, MA, PhD
Η Αγγλίδα Ντόροθι Σέγιερς (1893-1957) ήταν γνωστή ως συγγραφέας, δοκιμιογράφος και μεταφράστρια. Έγινε διάσημη για τα αστυνομικά της μυθιστορήματα, τα οποία συνδυάζουν έντονη δράση, κοινωνικό προβληματισμό και απεικόνιση του περιβάλλοντος της εποχής του Μεσοπολέμου, την χρυσή εποχή του αστυνομικού μυθιστορήματος μαζί με την Αγκάθα Κρίστι και άλλες.
Η Σέγιερς πίστευε ότι το κήρυγμα του Ευαγγελίου είναι καθήκον ενός χριστιανού συγγραφέα στον σύγχρονο κόσμο. Τον Απρίλιο του 1938, ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας «The Sunday Times» της έδωσε την ευκαιρία αναθέτοντάς της ένα άρθρο για το τεύχος της Κυριακής των Βαΐων. Έτσι έγραψε το άρθρο με τίτλο «Το μεγαλύτερο δράμα που έχει σκηνοθετηθεί ποτέ είναι το Επίσημο Σύμβολο της Χριστιανοσύνης». Ένα άλλο άρθρο της εμφανίστηκε τον ίδιο μήνα και έτσι ξεκίνησε το πολυετές έργο της στον τομέα της χριστιανικής απολογητικής και της εκλαΐκευσης της θεολογίας. Ο Κ. Σ. Λούις εκφράστηκε πολύ επαινετικά για το έργο της, «Ο Νους του Δημιουργού»[1].
Στο έργο αυτό η Σέγιερς θεωρεί πως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του «κατ’ εικόνα Θεού» πλασμένου ανθρώπου είναι η ικανότητά του να δημιουργεί:
Πώς μπορεί να πει κανείς ότι [ο άνθρωπος] μοιάζει με τον Θεό; Είναι η αθάνατη ψυχή του, ο ορθολογισμός του, η αυτοσυνειδησία του, η ελεύθερη βούλησή του, ή τι είναι αυτό που τον κάνει να διεκδικεί αυτή την εκπληκτική διάκριση;
Μπορεί να επιχειρηματολογήσει κανείς για όλα αυτά τα στοιχεία σε ότι αφορά την περίπλοκη φύση του ανθρώπου. Είχε ο συγγραφέας της Γένεσης κάτι ιδιαίτερο κατά νου όταν τα έγραφε αυτά; Το σημείο που δηλώνει κάτι τέτοιο για τον άνθρωπο, δεν μας παρέχει λεπτομερείς πληροφορίες για τον Θεό. Κοιτάζοντας τον άνθρωπο, διακρίνει κανείς κάτι ουσιαστικά θεϊκό, αλλά γυρίζοντας πίσω για να δούμε τι λέει για το πρότυπο πάνω στο οποίο διαμορφώθηκε αυτή η «εικόνα» του Θεού, βρίσκουμε μόνο έναν και μοναδικό ισχυρισμό: «Ο Θεός δημιούργησε». Κοινό χαρακτηριστικό του Θεού και του ανθρώπου είναι προφανώς η επιθυμία και η ικανότητα να δημιουργούν. […]
Η Σάγιερς εμβαθύνει στο τί συμβαίνει με τον καλλιτέχνη άνθρωπο και ειδικά τι είναι αυτό που τον κάνει να μοιάζει με το πρότυπό του, τον Δημιουργό Θεό:
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να δημιουργήσει με την απόλυτη έννοια με την οποία κατανοούμε τη λέξη αυτή εφαρμόζοντάς την στο Θεό, επειδή Εκείνος «έφτιαξε έναν κόσμο εκ του μηδενός», αλλά εμείς δεν μπορούμε τίποτα να φτιάξουμε εκ του μηδενός. Μπορούμε μόνο να αναδιατάξουμε τις αναλλοίωτες και άφθαρτες μονάδες της ύλης μέσα στο σύμπαν και να τις χτίσουμε σε νέες μορφές. […] Γνωρίζοντας έναν πατέρα, φτιάχνουμε για να τον εαυτό μας την εικόνα του ιδανικού Πατέρα· παρομοίως, γνωρίζοντας έναν άνθρωπο «δημιουργό», φανταζόμαστε τον ιδανικό «Πλάστη». […] Επεκτείνοντας τη σκέψη αυτή στο Δημιουργό ο Οποίος μπορεί να φτιάξει κάτι από το τίποτα, τότε περιοριζόμαστε στο να αποκλείσουμε τη χρήση υλικών εργαλείων, εστιάζοντας στην ανθρώπινη γλώσσα που σχετίζεται με την ανθρώπινη εμπειρία. […] Κατά έναν τρόπο μια τέτοια δημιουργία μπορεί να θεωρηθεί «δημιουργία εκ του μηδενός». Έστω και αν δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε ύλη μέσω αναδιάταξης, είμαστε παρόλα αυτά σε θέση να δημιουργούμε νέες, μοναδικές οντότητες. Ένα εκατομμύριο κουμπιά που παράγονται βιομηχανικά, αν και δεν είναι ακριβώς ίδια, δεν είναι το ίδιο κουμπί· με κάθε ξεχωριστή πράξη παραγωγής, μια οντότητα που δεν υπήρχε πριν εμφανίζεται στον κόσμο. […] Ο καλλιτέχνης, περισσότερο από κάθε άλλον, μπορεί να δημιουργήσει κάτι εκ του μηδενός. Ένα καλλιτεχνικό έργο είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μελών του. […] «Δημιουργία» λοιπόν, δεν είναι προϊόν της ύλης ούτε αναδιάταξη της ύλης, επειδή η ποσότητά της ύλης στο σύμπαν είναι περιορισμένη και οι πιθανές αναδιατάξεις της, έστω και αν και το άθροισμά τους ισοδυναμεί με αστρονομικά στοιχεία, είναι επίσης περιορισμένες. Δεν ισχύει όμως ο περιορισμός αυτός για τη δημιουργία έργων τέχνης. Ο ποιητής δεν είναι υποχρεωμένος, π.χ. να καταστρέψει το υλικό ενός Άμλετ για να δημιουργήσει έναν Φάλσταφ, όπως ένας ξυλουργός καταστρέφει ένα δέντρο για να δημιουργήσει ένα τραπέζι. Τα συστατικά του υλικού κόσμου είναι σταθερά· ενώ αυτά του κόσμου της φαντασίας αυξάνονται με μια συνεχή, μη αναστρέψιμη διαδικασία, χωρίς καμία καταστροφή ή αναδιάταξη αυτού που προηγήθηκε. Είναι αυτό που αντιπροσωπεύει την πλησιέστερη προσέγγιση εκείνου που θεωρούμε «δημιουργία εκ του μηδενός» και το αντιλαμβανόμαστε αυτό ως πράξη απόλυτης δημιουργίας, ως πράξη ανάλογη με αυτή ενός δημιουργικού καλλιτέχνη. […] Έτσι που ο [Ρώσος φιλόσοφος] Μπερντιάεφ μπορούσε να πει: «Ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο με φαντασία».
Στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης ένα έργο που παράγεται τεχνητά, σε αντίθεση με ένα έργο τέχνης που είναι προϊόν ανθρώπινης φαντασίας, καταδεικνύει πως η τέχνη διαφέρει ως προς την πρωτοτυπία! Και αυτό, επειδή η φαντασία είναι δώρο του υπέρτατου Δημιουργού.
[1] Dorothy L. Sayers, The Mind of the Maker, Λονδίνο: Mowbray, 1941, σ. 21-23.