Κων/νου Παλαιολόγου 6, 54622 Θεσσαλονίκη peswork20@gmail.com

του κ. Α. Κουλούρη

Ο τίτλος αυτού του άρθρου δημιουργεί ένα ερώτημα! Η απάντησι σ’ αυτό το ερώτημα είναι αμφίβολη και αμφιλεγόμενη. Θα ήτο πολύ ευχερές να πη κάποιος ότι είναι δυνατόν να είσαι Έλλην και Χριστιανός, χωρίς πρόβλημα, ή να το αρνηθή. Τούτο είναι το παράδοξον!

Από μία άποψι, με το να γεννηθής Έλλην αυτομάτως δυνατόν να χαρακτηρισθής ως Χριστιανός. Δια της τελετής (μυστηρίου) του βαπτίσματος -και σχεδόν όλοι οι Έλληνες έχουν βαπτισθή (ακόμη και εκείνοι που είχαν γονείς Μαρξιστάς ή αθεϊστάς)- χαρακτηρίζονται “Χριστιανοί Ορθόδοξοι”. Αυτός ο τίτλος εμφανίζεται στις ταυτότητες. Βάσει αυτής της αντιλήψεως η Ορθόδοξος Εκκλησία απαιτεί ως μέλη της 10 εκατομμύρια λαού. Συνεπώς όλοι αυτοί, καθώς θεωρούνται αυτομάτως Χριστιανοί, δεν χρειάζονται ευαγγελισμό, αλλά, απλώς, ίσως, διδασκαλία. Σαν επακόλουθο καθ’ ένας που θα επιχειρούσε να φέρη σ’ αυτούς το ευαγγέλιο θα μπορούσε, νόμιμα, να κατηγορηθή ότι ασκεί προσηλυτισμό!

Με αυτή την αντίληψι το 98% του πληθυσμού της χώρας θεωρούνται ότι ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος. Το υπόλοιπο 2% συναποτελούν όλους τους άλλους, δηλαδή την μικρή Μουσουλμανική κοινότητα, μία πολύ συρρικνωμένη Ιουδαϊκή κοινότητα, και μικρές Χριστιανικές μειονότητες Ρωμαιοκαθολικών, Διαμαρτυρομένων, μη-Χριστιανικών αιρέσεων ως των “Μαρτύρων του Ιεχωβά” κ.λπ.

Τούτο αποτελεί μια εσφαλμένη αντίληψι. Η εκκοσμίκευσι, πράγματι, αποτελεί την επικρατούσα “θρησκεία” στη χώρα μας. Πραγματικά δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά αυτού που συμβαίνει στην Ελλάδα, με ό,τι συμβαίνει σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, τόσο στη Δύσι όσο και στην Ανατολή. Πιθανώς η εκκοσμίκευσι να είναι ακόμη μεγαλυτέρα στη χώρα μας. Το πρόβλημα είναι ότι τούτο δεν αναγνωρίζεται από την Επίσημη Εκκλησία.

Παρά το γεγονός ότι δεν έχω καμμία επιθυμία να είμαι άδικος ή κριτικός αναφορικά με την μητέρα Εκκλησία της χώρας μας, υπάρχουσες πληροφορίες δείχνουν ότι όχι περισσότεροι του 2% του πληθυσμού παρακολουθούν τακτικά τη λειτουργία της Κυριακής. Παρά το γεγονός ότι το ποσοστό αυτό αφορά κυρίως τα αστικά κέντρα, που καλύπτουν άνω του 70% του πληθυσμού, η κατάστασι σε ημιαστικές ή και αγροτικές περιοχές δεν φαίνεται να είναι καλλίτερη, ίσως, σε μερικές περιπτώσεις, να είναι ακόμη χειρότερη!

Θα πρέπει επίσης να γίνη αποδεκτό, ότι το υπόλοιπο του πληθυσμού δεν είναι τελείως αποξενωμένο από την Εκκλησία. Όμως, η πικρή αλήθεια, είναι ότι η σχέσι γενικά με την Εκκλησία ευρίσκεται σε κάμψι και, συνήθως, περιορίζεται στην συμμετοχή σε παραδοσιακές εορταστικές τελετουργίες, κυρίως τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και τις εορτές για την Παρθένο Μαρία.

Πάντως δεν θα πρέπει ν’ αρνηθούμε ότι υπάρχει μια, έστω, μικρή μειονότης ευσεβών κληρικών και λαού που διατηρούν -σ’ αυτήν την “μεταχριστιανική εποχή”- μια γνησία πίστι στον Τριαδικό Θεό. Υπάρχουν επίσης παραδοσιακοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, που παρ’ όλον ότι δεν εκκλησιάζονται διατηρούν σεβασμό προς την Εκκλησία.

Θα πρέπει να προστεθή, ότι, ατυχώς, υπάρχει μια ομάς φανατικών, που καλώς ίσως θα πρέπει να απεικονισθούν ως “φονταμενταλισταί”, με στενό αντιοικουμενικό πνεύμα, και που σθεναρά αντιτίθενται σε ο,τιδήποτε μεταρρυθμιστικό στην Εκκλησία, αρνούνται οποιοδήποτε άνοιγμα, και οποιονδήποτε διάλογο με Διαμαρτυρομένους ή Ρωμαιοκαθολικούς. Είναι λυπηρόν ότι αυτοί τυγχάνουν ενθαρρύνσεως από κύκλους της Εκκλησίας και της Ιεραρχίας. Πράγματι εξαπολύουν πόλεμο εναντίον οποιουδήποτε ο οποίος δεν συμφωνεί μαζί τους, επιγράφοντάς τους ως “αιρετικούς” και “αντιχρίστους”.

Από την άλλη πλευρά υπάρχει αριθμός Ακαδημαϊκών διδασκάλων, στις Θεολογικές Σχολές Αθηνών και Θεσσαλονίκης, που διατηρούν, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τα συγγράμματά τους -μιαν υγιή αναμορφωτική θεώρησι σχεδόν ευαγγελικήν και οικουμενικήν. Είναι, όμως, λυπηρόν ότι δεν υφίστανται καθαρές ενδείξεις, ακόμη, ότι αυτοί είναι έτοιμοι να εγείρουν την φωνή τους για την μεταβολή μιας λιμναζούσης καταστάσεως.

Εν όψι όλων αυτών, φαίνεται ότι είναι δυσχερές και ίσως ανυπέρβλητο εμπόδιο, σ’ αυτό το στάδιο, για αναμορφωτικά στοιχεία εντός της κρατούσης Εκκλησίας να μεταβάλουν το υφιστάμενο “status quo”.

Είναι, πάντως, ιδιαιτέρως λυπηρό ότι ωρισμένοι Εκκλησιαστικοί και ακαδημαϊκοί, τους οποίους ανεμέναμε ν’ αντιδράσουν σε μεσαιωνικές δεισιδαιμονικές εκδηλώσεις κρατούν σιγήν. Μία έκφρασι αυτών των εκδηλώσεων υπήρξε η πρόσφατη τελετουργική πομπή στους δρόμους των Αθηνών όταν η αποκαλουμένη “θαυματουργή εικόνα” της Παναγίας, το “Άξιον εστί” απεστάλη από την Μοναστική κοινότητα “δια την πνευματικήν στήριξιν των σεισμοπλήκτων και την συγκέντρωσιν χρημάτων δια την βοήθειάν των”, συμφώνως με επίσημη ανακοίνωσι. Η πομπή αυτή ακολουθήθηκε από μεγάλο αριθμό ιερέων, και την Ιεραρχία, με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, ο οποίος προέβη σε θερμή και συγκινητική προσφώνησι για την σπουδαιότητα του γεγονότος ενώπιον χιλιάδων λαού.

Σ’ αυτό το αμάγαλμα της κυριαρχούσης εκκοσμικεύσεως και υλισμού, μαζί με τη δεισιδαιμονική αναβίωσι μιας μεσαιωνικής θρησκευτικότητος, τις φανατικές ομάδες παραεκκλησιαστικών οργανώσεων -που προσάπτουν, σε οποιονδήποτε που δεν συμφωνεί με τις παράφρονες απόψεις τους τη μομφή του αιρετικού-, υπάρχει ένα μικρόν υπόλοιπο πιστών, Ορθοδόξων, Καθολικών και Διαμαρτυρομένων, που αγωνίζονται να διατηρήσουν την Χριστιανική ακεραιότητά τους διακηρύττοντες το σωτήριο μήνυμα του Ευαγγελίου.

* * *

Τι λοιπόν, σημαίνει για κάποιον να είναι Έλλην και Χριστιανός; Ένας κατ’ όνομα Χριστιανός δεν έχει ούτε το ελάχιστον πρόβλημα, αλλά ένας αφιερωμένος Χριστιανός είναι αντιμέτωπος σοβαρών προβλημάτων και πρέπει ν’ αγωνισθή σκληρά για να είναι και τα δύο: Έλλην και Χριστιανός.

Στα χρόνια της Καινής Διαθήκης ο όρος “Έλλην” είχε ταυτισθή με την ιδιότητα του “εθνικού” και την ειδωλολατρία, σε αντίθεσι με τον Ιουδαϊσμό (αρχικά) και το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού (στη συνέχεια). Όμως ο ίδιος ο Ιησούς ήλθε στην πρώτη επαφή με τους Έλληνες (Ιω. 12:20-23) και διεκήρυξε: “Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου”. Στη συνέχεια ήταν η Ελληνική γλώσσα που κατέστη το όχημα της μεταδόσεως και διακηρύξεως του μηνύματος του Ευαγγελίου, Έλληνες ιεραπόστολοι μετέφεραν αυτό το μήνυμα σ’ ολόκληρο το γνωστό τότε κόσμο, μαζί και μετά από τον Απόστολο Παύλο. Τελικά ο όρος “Έλλην” και “Χριστιανός” κατέστησαν σχεδόν συνώνυμα.

* * *

Αλλά τι συμβαίνει σήμερα; Ο Έλλην, γενικά, δεν είναι διαφορετικός από τον σύγχρονο εκκοσμικευμένο άνθρωπο. Χρειάζεται Ευαγγελισμό ή εκ νέου Ευαγγελισμό, όπως όλοι οι άνθρωποι, σ’ αυτόν τον Μεταχριστιανικό κόσμο, ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Αποτελεί μια καθαρή ανοησία ο ισχυρισμός της κρατούσης Εκκλησίας ότι τα 10 εκατομμύρια Έλληνες στην μητέρα πατρίδα, και τα 5 εκατομμύρια της διασποράς, στην Κύπρο και αλλού, είναι Χριστιανοί βάσει του νόμου του αίματος (Jus Saguinis) ή με βάσι την ιερή τελετή του βαπτίσματος, που παρ’ όλα αυτά ιδιαίτερα σεβόμαστε σαν ένα εξωτερικό σημείο καις σφραγίδα του Χριστιανισμού.

Πριν, πάντως, κλείσω αυτή την μετριόφρονα παρουσίασι θα ήθελα να δώσω μια σύντομη αναφορά στην “Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία”

Παρά το γεγονός ότι ο ευσεβής Ορθόδοξος ιστορικός του περασμένου αιώνος Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ιδιαίτερα τιμώμενος για την ολοκληρωμένη και αντικειμενική παρουσίασί του, ισχυρίζεται ότι οι ρίζες της Αναμορφώσεως του 16ου αιώνος (στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη) θα πρέπει να ιχνηλατηθούν στο Μεταρρυθμιστικό κίνημα των Ισαύρων Βυζαντινών Αυτοκρατόρων τον 8ο αιώνα. Η επιρροή της Αναμορφώσεως, συνεπεία του καταθλιπτικού Οθωμανικού ζυγού στα Βαλκάνια και την Μέση Ανατολή, δεν έφθασε σε μας παρά μόνο (και σε πολύ περιωρισμένη έκτασι) τον 19ον αιώνα, κυρίως δια μέσου της Ευαγγελικής Αναζωπυρήσεως, στην Νέα Αγγλία των ΗΠΑ., του 18ου και 19ου αιώνος. Μια προγενέστερη προσπάθεια από τον Οικουμενικό Πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλο Λούκαρι, στον 17 αιώνα, που βαθειά είχε επηρεασθή από τη διδασκαλία του Ιωάννου Καλβίνου, για την προώθησι μιας Αναμορφώσεως εντός της Ανατολικής Εκκλησίας, συνήντησε έντονη αντίδρασι και τελικώς απέτυχε. Ο ίδιος ο Λούκαρις, συνεπεία ραδιουργιών, υπέστη μαρτυρικό θάνατο από τους Τούρκους.

Ήταν μόνο στα μέσα της 19ης εκατονταετηρίδος όταν το Ευαγγελικό-Αναμορφωμένο μήνυμα άρχισε και πάλι να αναπτύσσεται τόσο στην κυρίως Ελλάδα όσον και στην Μικρά Ασία μεταξύ Ελλήνων και Αρμενίων (όπως επίσης και Βουλγάρων), μέσω ολίγων Διαμαρτυρομένων ιεραποστόλων κυρίως από την Νέα Αγγλία.

Η Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία, σαν μια πολύ μικρή ομάδα, συνεστήθη στη δεκαετία του 1860, με αντικειμενικό σκοπό να προαγάγη τη μαρτυρία του Ευαγγελίου μ’ ένα καθαρά Ελληνικό χαρακτήρα, όταν προγενέστερες προσδοκίες ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία, ως ολότης, θα εισήρχετο σε μια αναμορφωτική διαδικασία, απέτυχαν και η άκρως συντηρητική πτέρυξ της Εκκλησίας, που απέβλεπε στην αποκατάστασι της Βυζαντινής δόξης εκυριάρχησε (ενθαρρυνομένη από τη Ρωσική εξωτερική πολιτική) και κάθε ελπίδα τελικά εκμηδενίσθηκε. (Η Ε.Ε.Ε. είναι ακόμη η μεγαλυτέρα Διαμαρτυρομένη Απόχρωσι, με μια κοινότητα 5.000 μελών, σ’ ένα σύνολο 15.000 περίπου Διαμαρτυρομένων).

Η Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία είναι μια Αναμορφωμένη Εκκλησία στη θεολογία της, με ισχυρά Καλβινιστικά στοιχεία. Θα πρέπει να σημειωθή ότι οι “Θεσμοί της Χριστιανικής Θρησκείας” (Institutio) έχουν μεταφρασθή στην Ελληνική κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών και εκτυπωθή από την Γενική μας Σύνοδο. Η μορφή διακυβερνήσεως είναι ένα μίγμα Πρεσβυτεριανισμού και Κοινοτισμού (Congregationalism). Υπάρχουν 33 συναθροίσεις εις τρεις περιφερειακές Συνόδους, (Πρεσβυτέρια – εν τη ευρεία εννοία), δύο στην Ελλάδα και μία εις τας Η.Π.Α.

Η Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία είναι το μοναδικό Διαμαρτυρόμενο σώμα στην Ελλάδα με οικουμενικές σχέσεις, εκ των ιδρυτικών μελών του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, ως επίσης και μέλος άλλων οικουμενικών Σωμάτων: του “Παγκοσμίου Συνδέσμου Αναμορφωμένων Εκκλησιών”, “WARC”, ήδη από την δεκαετία του 1880, του “Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών” “CEC”, του “Αναμορφωμένου Οικουμενικού Συμβουλίου ” “REC”, και της “Αδελφότητος των Εκκλησιών του Leuenberg” “LCF”.

* * *

Και τώρα μία ακόμη ερώτησι δυνατόν να προβληθή: Τι σημαίνει, ως Εκκλησία, Ελληνική και Ευαγγελική-Αναμορφωμένη, και ποιος είναι ο λόγος υπάρξεώς της;” Απαριθμώ τα εξής:

1. Να διαφυλάξη μια σωστή μαρτυρία στη διακονία του Ευαγγελίου, την καθαρότητα αυτής της διακονίας στην ατομική, οικογενειακή και εκκλησιαστική ζωή, στο τοπικό επίπεδο και σαν ολότης.

2. Να διακηρύξει το Ευαγγέλιο του Χριστού σε μια αυξανόμενα εκκοσμικευμένη κοινωνία και να ενθαρρύνη κάθε πιθανό τρόπο ευαγγελισμού δια προσωπικής μαρτυρίας, κυρίως, αλλά και με κάθε άλλον προσήκοντα τρόπο. Θα πρέπει να σημειωθή ότι η Εκκλησία εκδίδει συνεχώς από το 1858 (τότε ως εβδομαδιαία εφημερίδα, αλλά από πολλού χρόνου ως μηνιαίο όργανο της Συνόδου μας), το περιοδικό “ΑΣΤΗΡ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ”, που αποτελεί την αρχαιοτέρα συνεχιζόμενη έκδοσι στην Ελλάδα.

3. Να προαγάγη, παρά τα πτωχά οικονομικά μέσα μας, μια κοινωνική συμμετοχή. Έχουμε αναπτύξει διακονίες, κυρίως από εθελοντές, για βοήθεια σε θύματα ναρκωτικών και σε περιθωριακούς τόσο στην περιοχή των Αθηνών όσο και στη Θεσσαλονίκη. Επίσης ενεργώς συμμετέχει σε περιστάσεις εκτάκτου ανάγκης, όπως π.χ. στην παροχή βοηθείας σε θύματα των προσφάτων σεισμών στην Τουρκία και ακόμη εσχάτως σε σεισμοπλήκτους εκ των καταστρεπτικών σεισμών στην περιοχή Αθηνών, όπου παρεσχέθη διατροφή εις 270 πρόσωπα σε δύο κατασκηνώσεις επί 30 ημέρες. Η διακονία αυτή συνεχίζεται με άλλη μορφή.

4. Να διαφυλάξη την ενότητα της Εκκλησίας από διαφόρους εξωτερικάς επιρροάς, όπως ένα στείρο “φονταμενταλισμό” ή από θεολογικό φιλελευθερισμό, ιδιαίτερα όταν ανατρέπεται η αυθεντία της Βίβλου.

5. Να ενισχύση και να διευρύνη το ιεραποστολικό έργο στην Αλβανία (κυρίως μεταξύ πρώην Μουσουλμάνων), που άρχισε στην αρχή της δεκαετίας του 1990, με αποτέλεσμα την σύστασι δύο συναθροίσεων στη Νότιο Αλβανία, που φέρουν τον τίτλο “Ευαγγελική Αναμορφωμένη Εκκλησία εις την Αλβανίαν”, τώρα σαν μια κοινή προσπάθεια με μια Ολλανδική Ιεραποστολή.

6. Να επηρεάση την Ελληνική κοινωνία αναμιγνυομένη σε κρίσιμα κοινωνικά θέματα όπως των εκτρώσεων, ευθανασίας, περιβάλλοντος, ομοφυλοφιλίας, πορνογραφίας κ.λπ. Μια Επιτροπή έχει ορισθή από την Γενική Σύνοδο με τον τίτλο “Επιτροπή για την αξιοπρέπεια της ζωής”. Ένας αριθμός τέτοιων μελετών υπεβλήθησαν στη Σύνοδο και αναμένεται ότι σύντομα θα παρουσιασθούν στο Ελληνικό κοινό.

7. Να τονίση τη δέσμευσί μας στην καλά εννοουμένη οικουμενική ιδέα με ενεργό συμμετοχή, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, σε κρίσιμες κταστάσεις, όπως π.χ. στην κρίσι του Κοσυφοπεδίου – Γιουγκοσλαυΐας. Όταν εκατοντάδες χιλιάδες Κοσοβάρων κατέκλυσαν τις γειτονικές Βαλκανικές χώρες, και χιλιάδες από αυτούς κατέφυγαν στη Νότιο Αλβανία, όπου η Ιεραποστολή μας εργάζεται, τούτο προεκάλεσε την άμεση κινητοποίησι της Εκκλησίας μας δια της αποστολής υλικής βοηθείας σ’ αυτούς τους πρόσφυγες. Αυτή η φροντίς εξακολουθεί και μετά την επιστροφή τους στο Κοσυφοπέδιο, κάτω από πολύ άσχημες περιστάσεις. Η Ιεραποστολή μας, μαζί με Ολλανδούς Αναμορφωμένους συνεργάτες συνεχίζει ν’ αναπτύση ανάμεσά τους ένα ειδικό ιεραποστολικό έργο.

9. Να μείνουμε σταθεροί εναντίον μιας αυξανομένης απειλής για τον περιορισμό των θρησκευτικών ελευθεριών που υποκινείται από ακραίες θρησκευτικές ομάδες, με την πρόφασι ενός αγώνος κατά των “αιρέσεων” (στις οποίες μας συμπεριλαμβάνουν), όπως και στην προσπάθεια για την κατάργησι αντισυνταγματικών θρησκευτικών νόμων που ανάγονται στην περίοδο της δικτατορίας στα τέλη της δεκαετίας του 1930.

Πάντως, ό,τι μικρό πράττουμε, ό,τι είμαστε, θερμά προσευχόμαστε, να είναι μόνο για τη δόξα του Θεού: SOLI DEO GLORIA. I

Το κείμενο αναδημοσιεύεται κατόπιν αδείας από το περιοδικό “Αστήρ της Ανατολής”.