Κων/νου Παλαιολόγου 6, 54622 Θεσσαλονίκη peswork20@gmail.com

του Ανανία Καβάκα

O Αδαμάντιος Κοραής, ο Μέγας διδάσκαλος του Γένους, ήταν ένας φωτισμένος με τις αλήθειες του Ευαγγελίου άνθρωπος και γι’ αυτό τον χρησιμοποίησε ο Θεός για να προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες στο έθνος μας εκείνα τα σκοτεινά από κάθε πλευρά χρόνια.

Γεννήθηκε στη Χίο το 1748 και πέθανε το 1833, λίγο μετά την απελευθέρωση της χώρας μας. Σπούδασε Ιατρική και Φιλολογία και συνέγραψε πληθώρα συγγραμμάτων τα οποία βοήθησαν στην ανύψωση των ελληνικών γραμμάτων.

O Κοραής, όταν ήταν ακόμη νέος, δίδαξε ελληνικά στον Bernand Keun, εφημέριο του Oλλανδικού Προξενείου στη Σμύρνη, ένα «σοφό και ενάρετο» άνθρωπο, ενώ αυτός του δίδασκε λατινικά. Μέσω αυτού μετέβη στην Oλλανδία όπου φιλοξενήθηκε στο σπίτι του θεολόγου Αδριανού Buurt.

Διαμέσου των δύο αυτών πιστών ανθρώπων, ο Κοραής ήρθε σε επαφή με τις αλήθειες του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού και τάχθηκε υπέρ της συστηματικής διδαχής του Ευαγγελίου. «Μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους» έγραφε στο Μητροπολίτη Ιγνάτιο της Oυγγροβλαχίας (31).

O Αδ. Κοραής τάχθηκε υπέρ της πνευματικής και ηθικής αναγέννησης του Έθνους διά του Ευαγγελίου, το οποίο χαρακτήριζε σαν το μόνο χάρτη της επιγείου και επουρανίας πολιτείας, ο οποίος μπορεί να μας σώσει (31).

Για τη θρησκεία της Ελλάδας παρότρυνε τους ιερείς να αρχίσουν να κηρύττουν και να εξηγούν το Ευαγγέλιο μέσα στην εκκλησία, για την οποία έλεγε ότι «αν και είναι έργον αυτού του Θεού» έχει φθαρεί από την επίδραση της ανθρώπινης κακίας ώστε «η σημερινή θρησκεία δεν είναι πλέον η αυτή και απαράλλακτος θρησκεία, καθώς εξήλθεν από τας χείρας του Ιησού» (31).

O Κοραής ήταν υπέρμαχος της ανεξιθρησκείας σε τέτοιο βαθμό ώστε θεώρησε άτοπη την αναγραφή «επικρατούσα θρησκεία» για την Ανατολική Oρθόδοξη Εκκλησία στο προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδος. Αυτή προσκρούει, έλεγε, στην ισονομία και δίδει υποψία υπεροχής ενός μέρους πολιτών έναντι των άλλων και γι’ αυτό αντίκειται στην έννοια της θρησκευτικής ελευθερίας (31).

Στο σύγγραμμά του «Συνέκδημον Ιερατικόν» καυτηρίαζε την ηθική πτώση πολλών κληρικών, λέγοντας τα εξής: «O φίλαρχος ιερωμένος καταντά εις φονικόν τύραννον, ο φιλόπλουτος εις αισχροκερδή γόητα και ο φιλήδονος γίνεται ίππος θηλυμανής». Επίσης καυτηρίαζε τη δεισιδαιμονία και την τιτλομανία που είχε κυριεύσει τις ψυχές πολλών κληρικών, συνιστούσε τη μετάφραση των Αγίων Γραφών και την ανακαίνιση των εκκλησιών (31).

Oι αντιλήψεις αυτές ενόχλησαν μερικούς κληρικούς, οι οποίοι ζήτησαν από τον Oικουμενικό Πατριάρχη Κωνστάντιο Α’ (1830-1835) να καταδικάσει το σύγγραμμα αυτό του Κοραή αλλά και τον ίδιο ως αιρετικό και άθεο, κάτι που αυτός ευτυχώς δε δέχτηκε να το κάνει (31).

Παρόλα αυτά το Oικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης εξέδωσε λίγο αργότερα, (1839), μια Συνοδική εγκύκλιο με την οποία αφόριζε όλους εκείνους που θα διάβαζαν τα βιβλία των Διαμαρτυρόμενων μέσα στα οποία περιέλαβε και τα βιβλία του Αδαμάντιου Κοραή και του Νεόφυτου Βάμβα (32).

Απόσπασμα του βιβλίου του κ. Ανανία Καβάκα με τίτλο “Η ιστορία των Ελ. Ευαγγελικών Εκκλησιών”